Δεν έχουν περάσει παρά λίγα 24ωρα από τις ιστορικές στιγμές που ζήσαμε στο νησί μας. Τα συναισθήματα είναι ακόμα πολύ έντονα και οι εικόνες γυρίζουν σαν τρελές μέσα στο μυαλό μου. Θυμάμαι εκείνο το πρώτο πρωινό στη Καράβα, που δεν βλέπαμε τι ερχόταν και ο τρόμος μας είχε κυριεύσει, όσο και αν προσπαθούσαμε να το κρύψουμε και να δώσουμε δύναμη ο ένας στον άλλο. Να συμβουλεύουμε τους υπόλοιπους να φτιάξουν αλυσίδες, να φωνάζει ο Μιχάλης “οι άντρες μπροστά και τα γυναικόπαιδα πίσω” , λες και πηγαίναμε κανονικά σε πόλεμο. Και μετά από λίγο να ακούμε τα πρώτα χημικά να εκτοξεύονται. Χωρίς καν να προλάβουμε να τους δούμε, είχαμε κάνει αρκετά μέτρα πίσω , προσπαθώντας να ανασάνουμε και να μην ποδοπατηθούμε μεταξύ μας. Ήταν το αρχικό σοκ. Για τους περισσότερους ήταν η πρώτη τους επαφή με δακρυγόνα. Σε κάποιους από εμάς ξυπνήσανε μνήμες από τα φοιτητικά μας χρόνια στην Αθήνα και από τις μαύρες μέρες του Δεκέμβρη του 2008. Μέχρι να συνέλθουμε και να ανακτήσουμε τις αναπνοές μας , τα Ματ είχαν ήδη αποκλείσει το χώρο. Αυτό που ακολούθησε τις επόμενες δύο ημέρες, δεν θα μπορούσα να το φανταστώ ποτέ. Ειδικά τη Τετάρτη που κηρύχτηκε γενική απεργία και ενεργοποιήθηκε όλο το νησί.
Ο δρόμος χωρίστηκε στα δύο, και ξαφνικά είχαμε γίνει η Βόρεια Καράβα. Στη Νότια είχε ανέβει κόσμος από τη Μυτιλήνη. Από την άλλη μεριά του βουνού, στο Διαβολόρεμα, είχε μαζευτεί κόσμος από τη Καλλονή και από τα χωριά της δυτικής Λέσβου. Σε αυτά τα δύο μέτωπα οι μάχες είχαν αρχίσει από νωρίς. Εμείς στη Βόρεια Καράβα, προσπαθούσαμε να συγκρατήσουμε τον κόσμο, για να διαδηλώσουμε όσο πιο ειρηνικά γίνεται. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, εμείς οι 30άρηδες προσπαθούσαμε να περιορίσουμε την οργή των 50άρηδων, που βίωναν για πρώτη φορά τη βία των Ματ και κατ’ επέκταση του κράτους. Φευ. Οι μάσκες τοποθετούνταν, τα δακρυγόνα έβγαιναν από τη τσέπη της στολής τους και οι “κύριοι” με τα πράσινα διέλυαν για ακόμη μια φορά το πλήθος. Ποιοι βρίσκονταν όμως μέσα σε αυτό το πλήθος; Ποιοι μάχονταν για να βρουν το δίκιο τους και να προστατέψουν τις περιουσίες τους;
Μαχόταν ο κύριος Μπάμπης, που έχει το μπακάλικο στο χωριό και με μαλόξ σε όλο του το πρόσωπο προσπαθούσε να κάνει διάλογο με τις δυνάμεις καταστολής. Μαχόταν ο θείος Γιώργος, που τους έκανε ιστορικά μαθήματα για το περίφημο “Go Back” του 1944. Μαχόταν όλα τα παιδιά του κόμματος(ΚΚΕ), που όμως εκεί βρίσκονταν ως απλοί Μανταμαδιώτες. Και στέκονταν πλάι-πλάι με ανθρώπους δεξιών φρονημάτων, που βρίσκονταν όμως εκεί ως απλοί κάτοικοι του νησιού. Άνθρωποι με διαφορετικό χρώμα στο κασκόλ της ομάδας τους, που μάχονταν όμως ο ένας δίπλα στον άλλο.
Αυτό ήταν το κλειδί για τη πρώτη μας νίκη. Βάλαμε στη άκρη τις διαφορές μας και αγωνιστήκαμε όλοι μαζί. Γιατί δεν θέλουμε στο τόπο μας καμία νέα δομή, καμία φυλακή. Θέλουμε να βρεθεί επιτέλους μια εφικτή λύση για αυτό το βάρος που σηκώνουν τα νησιά μας τα τελευταία πέντε χρόνια. Αντίπαλος μας δεν είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, αντίπαλος μας είναι οι πολιτικές που δημιουργούν πρόσφυγες και μετανάστες, και μετά θέλουν να τους στοιβάζουν σαν τα ζώα πάνω σε βουνά. Πολιτικές που προσπαθούν να επιβληθούν με Ματ, δεν γίνεται να είναι σωστές πολιτικές.
Καμία νέα δομή λοιπόν, ούτε στη Καράβα, ούτε πουθενά!
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα “stonisi.gr” στις 29/2/2020.)