Πότε θα πάμε Ποδαρά;

Πότε θα πάμε Ποδαρά;

Έχει περάσει ένας μήνας και κάτι από όταν κλειστήκαμε στα σπίτια μας, ή μάλλον για να ακριβολογούμε, μάς έκλεισαν στα σπίτια μας. Οι πρώτες μέρες πέρασαν σχετικά γρήγορα, γιατί κακά τα ψέματα οι περισσότεροι χρειαζόντουσαν λίγη ξεκούραση. Εγώ από τη πλευρά μου δεν τη χρειαζόμουν, γιατί το τελευταίο καιρό δεν δουλεύω, οπότε ήμουν ξεκούραστος έτσι και αλλιώς. Η καθημερινή μου ρουτίνα δεν διαφέρει και πολύ από τη ρουτίνα των περισσότερων πιστεύω. Νέτφλιξ- βιντεοπαιχνίδια- διάβασμα και ένα περπάτημα μέχρι το φάρο. Η μόνη διαφυγή ουσιαστικά από τη κλεισούρα του σπιτιού. Όσο περνούν οι μέρες λοιπόν, και κοντεύουμε σιγά σιγά προς την “απελευθέρωση” ,άρχισα να σκέφτομαι ποια θα είναι τα πράγματα που θέλω να κάνω μόλις μπούμε σε κανονικούς ρυθμούς και πάλι. Και συνειδητοποίησα ότι τελικά δεν ζητάω και πάρα πολλά από αυτή τη ζωή.

Το πρώτο πράγμα που μού ήρθε στο μυαλό, είναι μια μάζωξη της παρέας για ψήσιμο. Δεν είναι ούτε το φαγητό ούτε το ποτό που μού έχουν λείψει, όσο οι συζητήσεις και η ανταλλαγή απόψεων με ανθρώπους που σέβομαι και αποζητώ  τη γνώμη τους. Ναι μεν τα λέμε σχεδόν καθημερινά με βιντεοκλήση, αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με το να κάθεσαι με τις ώρες γύρω από ένα τραπέζι και να συζητάς με ανθρώπους που αγαπάς.

Στη συνέχεια μού ήρθαν στο μυαλό τα αγαπημένα μου μαγαζιά. Πώς και πώς περιμένω ας πούμε να πιώ και πάλι ένα πρωινό καφέ στο Μουσικό, συνοδευόμενο φυσικά από ένα κουλούρι από τα χέρια του φίλου μου του Αποστόλη.  Την επόμενη μέρα για μεσημεριανό burger στο ομορφότερο μαγαζί της πόλης, στο Alley Dog. Και το μεθεπόμενο βράδυ για κρέατα  στο Valhalla και μπύρα στο Μπόμπιρα. Παγωμένη μπύρα σε μια ζεστή καλοκαιρινή βραδιά στην αυλή του Μπόμπιρα, ό,τι πιο τέλειο! Η Κομνηνάκη και τα στενά δρομάκια γύρω από τα Λαδάδικα είναι ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η πόλη από άποψη διασκέδασης κατά τη γνώμη μου.

Η επιθυμία ωστόσο που σκέφτομαι σχεδόν όλη μέρα και έχω φτάσει να τη βλέπω και στα όνειρα μου πλέον, είναι ένα διήμερο κάμπινγκ στο Ποδαρά. Αυτός ο Ποδαράς, αυτός ο Ποδαράς! Η ηρεμία κάτω από τα αλμυρίκια, το κύμα να σκάει και οι λύτρες(όπως λέει η γιαγιά μου τις πέτρες της θάλασσας) να βγάζουν αυτό το χαρακτηριστικό ήχο. Tα κάρβουνα να σιγοκαίνε, η μεσημεριανή σιέστα που ξεκινάς να διαβάσεις ένα βιβλίο και τελικά σε παίρνει ο ύπνος υπό τους ήχους των τζιτζικιών. Και το βραδάκι όλη η παρέα ξάπλα στη παραλία, να κοιτάμε τον ουρανό και να ψάχνουμε να βρούμε τους αστερισμούς.

 Όλα αυτά συνθέτουν στο μυαλό μου το τέλειο σκηνικό για το τέλος της καραντίνας. Σκηνή στο πορτμπαγκάζ, κρασί και φαγητό για δύο ημέρες και φύγαμε για Ποδαρά. Γιατί κάτι τέτοιες ώρες βρίσκω τρομερό νόημα σε μια φράση που συνήθιζε να λέει ο συγχωρεμένος ο παππούς μου ο Παναγιώτης:

“Και τα πολλά δεν φτάνουν, και τα λίγα περισσεύουν.”

One comment

  1. ΜΥΡΤΩ ΔΡΑΚΟΥΛΗ

    Έλααα ρε Γιάννη…!
    Πολύ ωραία τα λες…κάπου συγκινήθηκα κιόλας!
    Μπράβο :))

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *