Κατηγορία: Blogging

Ώρες ατέλειωτες να γράφουμε γι’ αυτά

Το ημερολόγιο γράφει 26 του Απρίλη και η ώρα είναι 22:45. Έχουμε 2021, μία χρονιά που περιμέναμε πώς και πώς, αλλά μέχρι στιγμής δεν μας έχει δώσει τίποτα διαφορετικό. Δεν έχουν περάσει παρά λίγα λεπτά …

Η νοοτροπία του “έτσι τα βρήκαμε, έτσι τα κάνουμε”

Με αφορμή τα όσα τραγικά έχουν δει το φως της δημοσιότητας τον τελευταίο καιρό, μού ήρθε στο μυαλό μια φράση που μού έχουν πει αρκετές φορές η μαμά μου και η γιαγιά μου. “ Έτσι …

Στην Καβέτσου ένα πρωί

Έχοντας διανύσει το πρώτο μισό του πρώτου μήνα του δεύτερου έτους της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, συνειδητοποιώ ότι αν δεν είχαμε καραντίνα, θα έγραφα απλά ότι έχουμε 15 Ιανουαρίου. Οι πρώτες μέρες του καινούριου …

Δεν μπορώ να περιμένω τις καλύτερες μέρες

Σήμερα ήταν μία από αυτές τις ημέρες γεμάτες ζωή, που τις απολαμβάνω στο έπακρο. Σηκώθηκα στην ώρα μου, έφαγα γρήγορα γρήγορα πρωινό και έφυγα για το μαγαζί. Καθώς  έβγαινα από το σπίτι, είδα πάνω στην …

Γράμμα σε ένα φίλο που έφυγε νωρίς

Δεν είχαν περάσει παρά λίγες μέρες που είχα δει οτι είχες φτάσει στο νησί, αλλά όπως έλεγα χαριτολογώντας στον φίλο μου τον Πάρη, σε είχα βάλει σε καραντίνα. Οπότε περίμενα να περάσουν λίγες μέρες ακόμη …

Πότε θα πάμε Ποδαρά;

Έχει περάσει ένας μήνας και κάτι από όταν κλειστήκαμε στα σπίτια μας, ή μάλλον για να ακριβολογούμε, μάς έκλεισαν στα σπίτια μας. Οι πρώτες μέρες πέρασαν σχετικά γρήγορα, γιατί κακά τα ψέματα οι περισσότεροι χρειαζόντουσαν λίγη ξεκούραση. Εγώ από τη πλευρά μου δεν τη χρειαζόμουν, γιατί το τελευταίο καιρό δεν δουλεύω, οπότε ήμουν ξεκούραστος έτσι και αλλιώς. Η καθημερινή μου ρουτίνα δεν διαφέρει και πολύ από τη ρουτίνα των περισσότερων πιστεύω. Νέτφλιξ- βιντεοπαιχνίδια- διάβασμα και ένα περπάτημα μέχρι το φάρο. Η μόνη διαφυγή ουσιαστικά από τη κλεισούρα του σπιτιού. Όσο περνούν οι μέρες λοιπόν, και κοντεύουμε σιγά σιγά προς την “απελευθέρωση” ,άρχισα να σκέφτομαι ποια θα είναι τα πράγματα που θέλω να κάνω μόλις μπούμε σε κανονικούς ρυθμούς και πάλι. Και συνειδητοποίησα ότι τελικά δεν ζητάω και πάρα πολλά από αυτή τη ζωή.

Το πρώτο πράγμα που μού ήρθε στο μυαλό, είναι μια μάζωξη της παρέας για ψήσιμο. Δεν είναι ούτε το φαγητό ούτε το ποτό που μού έχουν λείψει, όσο οι συζητήσεις και η ανταλλαγή απόψεων με ανθρώπους που σέβομαι και αποζητώ  τη γνώμη τους. Ναι μεν τα λέμε σχεδόν καθημερινά με βιντεοκλήση, αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με το να κάθεσαι με τις ώρες γύρω από ένα τραπέζι και να συζητάς με ανθρώπους που αγαπάς.

Στη συνέχεια μού ήρθαν στο μυαλό τα αγαπημένα μου μαγαζιά. Πώς και πώς περιμένω ας πούμε να πιώ και πάλι ένα πρωινό καφέ στο Μουσικό, συνοδευόμενο φυσικά από ένα κουλούρι από τα χέρια του φίλου μου του Αποστόλη.  Την επόμενη μέρα για μεσημεριανό burger στο ομορφότερο μαγαζί της πόλης, στο Alley Dog. Και το μεθεπόμενο βράδυ για κρέατα  στο Valhalla και μπύρα στο Μπόμπιρα. Παγωμένη μπύρα σε μια ζεστή καλοκαιρινή βραδιά στην αυλή του Μπόμπιρα, ό,τι πιο τέλειο! Η Κομνηνάκη και τα στενά δρομάκια γύρω από τα Λαδάδικα είναι ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η πόλη από άποψη διασκέδασης κατά τη γνώμη μου.

Η επιθυμία ωστόσο που σκέφτομαι σχεδόν όλη μέρα και έχω φτάσει να τη βλέπω και στα όνειρα μου πλέον, είναι ένα διήμερο κάμπινγκ στο Ποδαρά. Αυτός ο Ποδαράς, αυτός ο Ποδαράς! Η ηρεμία κάτω από τα αλμυρίκια, το κύμα να σκάει και οι λύτρες(όπως λέει η γιαγιά μου τις πέτρες της θάλασσας) να βγάζουν αυτό το χαρακτηριστικό ήχο. Tα κάρβουνα να σιγοκαίνε, η μεσημεριανή σιέστα που ξεκινάς να διαβάσεις ένα βιβλίο και τελικά σε παίρνει ο ύπνος υπό τους ήχους των τζιτζικιών. Και το βραδάκι όλη η παρέα ξάπλα στη παραλία, να κοιτάμε τον ουρανό και να ψάχνουμε να βρούμε τους αστερισμούς.

 Όλα αυτά συνθέτουν στο μυαλό μου το τέλειο σκηνικό για το τέλος της καραντίνας. Σκηνή στο πορτμπαγκάζ, κρασί και φαγητό για δύο ημέρες και φύγαμε για Ποδαρά. Γιατί κάτι τέτοιες ώρες βρίσκω τρομερό νόημα σε μια φράση που συνήθιζε να λέει ο συγχωρεμένος ο παππούς μου ο Παναγιώτης:

“Και τα πολλά δεν φτάνουν, και τα λίγα περισσεύουν.”

Μα καλά,πώς μπορείς και ταξιδεύεις μόνος σου;

Αυτή είναι μία ερώτηση που έχω δεχθεί πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. Κάποιοι βέβαια ρωτάνε και πιο συγκεκριμένα πράγματα. Πώς μπορώ για παράδειγμα να κάθομαι σε ένα εστιατόριο να τρώω μόνος μου. Ή ας πούμε …

Εδώ Βόρεια Καράβα

Δεν έχουν περάσει παρά λίγα 24ωρα από τις ιστορικές στιγμές που ζήσαμε στο νησί μας. Τα συναισθήματα είναι ακόμα πολύ έντονα και οι εικόνες γυρίζουν σαν τρελές μέσα στο μυαλό μου. Θυμάμαι εκείνο το πρώτο πρωινό στη Καράβα, που δεν βλέπαμε τι ερχόταν και ο τρόμος μας είχε κυριεύσει, όσο και αν προσπαθούσαμε να το κρύψουμε και να δώσουμε δύναμη ο ένας στον άλλο. Να συμβουλεύουμε τους υπόλοιπους να φτιάξουν αλυσίδες, να φωνάζει ο Μιχάλης “οι άντρες μπροστά και τα γυναικόπαιδα πίσω” , λες και πηγαίναμε κανονικά σε πόλεμο. Και μετά από λίγο να ακούμε τα πρώτα χημικά να εκτοξεύονται. Χωρίς καν να προλάβουμε να τους δούμε, είχαμε κάνει αρκετά μέτρα πίσω , προσπαθώντας να ανασάνουμε και να μην ποδοπατηθούμε μεταξύ μας. Ήταν το αρχικό σοκ. Για τους περισσότερους ήταν η πρώτη τους επαφή με δακρυγόνα. Σε κάποιους από εμάς ξυπνήσανε μνήμες από τα φοιτητικά μας χρόνια στην Αθήνα και από  τις μαύρες μέρες του Δεκέμβρη του 2008. Μέχρι να συνέλθουμε και να ανακτήσουμε τις αναπνοές μας , τα Ματ είχαν ήδη αποκλείσει το χώρο. Αυτό που ακολούθησε τις επόμενες δύο ημέρες, δεν θα μπορούσα να το φανταστώ ποτέ. Ειδικά τη Τετάρτη που κηρύχτηκε γενική απεργία και ενεργοποιήθηκε όλο το νησί.

 

 

Ο δρόμος χωρίστηκε στα δύο, και ξαφνικά είχαμε γίνει η Βόρεια Καράβα. Στη Νότια είχε ανέβει κόσμος από τη Μυτιλήνη. Από την άλλη μεριά του βουνού, στο Διαβολόρεμα, είχε μαζευτεί κόσμος από τη Καλλονή και από τα χωριά της δυτικής Λέσβου. Σε αυτά τα δύο μέτωπα οι μάχες είχαν αρχίσει από νωρίς. Εμείς στη Βόρεια Καράβα, προσπαθούσαμε να συγκρατήσουμε τον κόσμο, για να διαδηλώσουμε όσο πιο ειρηνικά γίνεται. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, εμείς οι 30άρηδες προσπαθούσαμε να περιορίσουμε την οργή των 50άρηδων, που βίωναν για πρώτη φορά τη βία των Ματ και κατ’ επέκταση του κράτους. Φευ. Οι μάσκες τοποθετούνταν, τα δακρυγόνα έβγαιναν από τη τσέπη της στολής τους και οι “κύριοι” με τα πράσινα διέλυαν για ακόμη μια φορά το πλήθος. Ποιοι βρίσκονταν όμως μέσα σε αυτό το πλήθος; Ποιοι μάχονταν για να βρουν το δίκιο τους και να προστατέψουν τις περιουσίες τους;

 

 

Μαχόταν ο κύριος Μπάμπης, που έχει το μπακάλικο στο χωριό και με μαλόξ σε όλο του το πρόσωπο προσπαθούσε να κάνει διάλογο με τις δυνάμεις καταστολής. Μαχόταν ο θείος Γιώργος, που τους έκανε ιστορικά μαθήματα για το περίφημο “Go Back” του 1944. Μαχόταν όλα τα παιδιά του κόμματος(ΚΚΕ), που όμως εκεί βρίσκονταν ως απλοί Μανταμαδιώτες. Και στέκονταν πλάι-πλάι με ανθρώπους δεξιών φρονημάτων, που βρίσκονταν όμως εκεί ως απλοί κάτοικοι του νησιού. Άνθρωποι με διαφορετικό χρώμα στο κασκόλ της ομάδας τους, που μάχονταν όμως ο ένας δίπλα στον άλλο.

 

 

Αυτό ήταν το κλειδί για τη πρώτη μας νίκη. Βάλαμε στη άκρη τις διαφορές μας και αγωνιστήκαμε όλοι μαζί. Γιατί δεν θέλουμε στο τόπο μας καμία νέα δομή, καμία φυλακή. Θέλουμε να βρεθεί επιτέλους μια εφικτή λύση για αυτό το βάρος που σηκώνουν τα νησιά μας τα τελευταία πέντε χρόνια. Αντίπαλος μας δεν είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, αντίπαλος μας είναι οι πολιτικές που δημιουργούν πρόσφυγες και μετανάστες, και μετά θέλουν να τους στοιβάζουν σαν τα ζώα πάνω σε βουνά. Πολιτικές που προσπαθούν να επιβληθούν με Ματ, δεν γίνεται να είναι σωστές πολιτικές.

 

 

Καμία νέα δομή λοιπόν, ούτε  στη Καράβα, ούτε πουθενά!

(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα “stonisi.gr” στις 29/2/2020.)